Κάθε φορά που μιλάω γι’ αυτά τα θέματα σε κάποια συζήτηση ή σε μια συνέντευξη, ο συνομιλητής μου σχολιάζει: «εξαρτάται για ποιο είδος αγάπης μιλάμε».
Καταλαβαίνω τι εννοούν, δεν νομίζω όμως ότι μπορεί να γίνει ταξινόμηση, ή ότι υπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες αγάπης που καθορίζονται από το είδος της σχέσης: σ’ αγαπώ σαν φίλο, σ’ αγαπώ σαν αδελφό, σαν ξάδελφο, σαν θείο, σαν γάτο… σαν αντικείμενο.
Θα κάνω μια γενική ομολογία: Αυτό το ζήτημα για τα διαφορετικά είδη αγάπης το επινόησε η γενιά μου, πάνω-κάτω πριν από σαράντα ή πενήντα χρόνια. Πιο πριν δεν υπήρχε. Επιτρέψτε μου να το αναλύσω. Εκείνη την εποχή, οι νεαροί έφηβοι και προέφηβοι κάναμε τις πρώτες μας σχέσεις με το αντίθετο φύλο, στην έξοδο με τους κολλητούς (παρέες δέκα-δώδεκα νεαρών που βγαίναμε τα Σάββατα ή καθόμαστε στο σπίτι κάποιου ή κάποιας και ακούγαμε μουσική ή μαθαίναμε να χορεύουμε).
Στις παρέες αυτές τύχαινε, για παράδειγμα, να μου τραβήξει την προσοχή η όμορφη Γκρασιέλα, κι έλεγα σε όλους τους φίλους και τις φίλες μου (σε όλους εκτός από εκείνη) ότι το επόμενο Σάββατο θα μιλούσα στην Γκρασιέλα και θα της έκανα ερωτική εξομολόγηση (κι εκείνη ήταν σίγουρα ενήμερη, αλλά έκανε ότι δεν ήξερε). Το Σάββατο, λοιπόν, λίγο πιο αποφασισμένος απ’ ό,τι συνήθως, (όπως θα έλεγα σήμερα) πλησίαζα την Γκρασιέλα και της «τα ‘ριχνα» (ένα είδος απλοϊκής διακήρυξης-πρότασης) κι εκείνη, που δεν είχε την παραμικρή πρόθεση να βγει μαζί μου γιατί της άρεσε ο Πέδρο, αλλά είμαστε και στην ίδια παρέα, τι να μου έλεγε; Η παρέα θα την απέρριπτε αν με πλήγωνε. Δεν μπορούσε να μου πει: «Άντε φύγε από δω, χοντρέ! Πώς φαντάστηκες ότι θα μπορούσα ποτέ να σε κοιτάξω;» Όχι, δεν μπορούσε.
Έτσι, η Γκρασιέλα και όλες οι Γκρασιέλες της γειτονιάς μας κοιτούσαν με ύφος σφαγμένης γίδας και μας έλεγαν: «Όχι, γλυκέ μου, δεν γίνεται, εγώ εσένα σ’ αγαπάω σαν φίλο», ή μ’ άλλα λόγια: «μην υπολογίζεις σ’ εμένα, ηλίθιε». Βρισκόμαστε λοιπόν στη δυσάρεστη θέση να μην ξέρουμε αν έπρεπε να το γιορτάσουμε ή να βάλουμε τα κλάματα, γιατί αυτό δεν ήταν απόρριψη, όχι- ήταν σύγχυση δύο ειδών αγάπης.
Δεν ήξερα τότε (κι από τότε δεν έμαθα ποτέ πολύ καλά) τι ήθελε να πει το σ’ αγαπάω σαν φίλο, αλλά άρχισα να το χρησιμοποιώ κι εγώ: σ’ αγαπάω σαν φίλη. Ένας βολικός τρόπος για να μην πεις ότι πέρα από την αγάπη δεν θέλω να έχω τίποτε άλλο μαζί σου. Μια εύστοχη απάντηση που υποτίθεται ότι θα έβαζε φρένο στις σεξουαλικές φαντασιώσεις (λες και δεν θα μπορούσε κανείς να τα φτιάξει με έναν φίλο…).
Έτσι άρχισε, και μετά επεκτάθηκε: Αν δεν υπάρχει ούτε η ελάχιστη πιθανότητα για κάτι παραπάνω, τότε ισχύει το: «σ’ αγαπάω σαν αδελφό» (που πάει να πει: σύστησε με στον Πέδρο). Κι αν αυτός που κάνει την πρόταση είναι ένας γεροπαραλυμένος ή μια σιτεμένη γυναίκα, πρέπει να απαντήσει κανείς: «σ’ αγαπάω σαν πατέρα» (ή σαν μητέρα)», απάντηση που δεν αποκλείει βέβαια την πιθανότητα να πάθει κατάθλιψη αυτός που την ακούει…
Ζούμε μιλώντας για τα συναισθήματα μας και αξιολογώντας τα ανάλογα με το είδος της αγάπης που νιώθουμε… Και βέβαια, σε πείσμα δικό μας αλλά και των ηθών και εθίμων, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η αγάπη είναι αγάπη. Αυτό που αλλάζει είναι η σχέση, κι αυτή είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια σημασιολογική διαφορά.
Το παράδειγμα που δίνω πάντα είναι το εξής: Ας πούμε ότι έχω μια σαλατιέρα με μαρούλι. Μπορώ να προσθέσω ντομάτες και κρεμμύδι και να φτιάξω μια σαλάτα ανάμεικτη. Ή μπορώ να της προσθέσω παντζάρια, ντομάτες, καρότα, σφιχτά αβγά και λίγα φασόλια και να φτιάξω μια σαλάτα «με απ’ όλα». Μπορώ να βάλω και κοτόπουλο, βραστή πατάτα και μαγιονέζα, και τότε θα έχω μια σαλάτα σπέσιαλ. Τέλος, μπορώ κάποια φορά να της βάλω και μέλι, ζάχαρη και λάδι και τότε θα γίνει μια αηδία με απαίσια γεύση.
Κι αυτή, φυσικά, θα είναι άλλη σαλάτα. Οι σαλάτες θα είναι διαφορετικές, το μαρούλι όμως θα είναι το ίδιο. Υπάρχουν σαλάτες που μου αρέσουν κι άλλες που δεν μου αρέσουν. Υπάρχουν κάποια συναισθήματα που μου ταιριάζουν και κάποια που μου φαίνονται ασυμβίβαστα μ’ εμένα. Αυτό που αλλάζει σε κάθε περίπτωση είναι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζω την αγάπη μου μέσα στη σχέση που δημιουργώ με τον άλλον: όχι η ίδια η αγάπη.
Είναι όλα τα άλλα πράγματα που έρχονται να προστεθούν στο συναίσθημα, που κάνουν τη σχέση να είναι διαφορετική. Μπορεί να είναι ότι εκτός από το γεγονός ότι σ’ αγαπάω, νιώθω να με ελκύεις σεξουαλικά, ότι επιπλέον θέλω να ζήσω μαζί σου ή να μοιραστούμε την υπόλοιπη ζωή μας, να κάνουμε παιδιά, και άλλα πολλά. Η αγάπη είναι, όμως, που θα κρατήσει τον σύντροφο.
Μπορεί να είναι ότι σ’ αγαπάω και, επιπλέον, έχουμε κοινή ιστορία, έχουμε το χιούμορ που μας φέρνει κοντά, γελάμε με τα ίδια πράγματα, είμαστε κολλητοί, εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον και είσαι το αφτί που θέλω να ακούει τα προβλήματα μου. Άρα, είσαι ο φίλος ή η φίλη μου. Για μένα, υπάρχει Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΤΡΟΠΟΣ ν’ αγαπώ και Ο ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ ΤΡΟΠΟΣ ν’ αγαπάς. Βέβαια, υπάρχουν διαφορετικές σχέσεις. Αν σ’ αγαπάω, θα αλλάξει η σχέση μου μαζί σου ανάλογα με τα άλλα πράγματα που προσθέτουμε στην αγάπη. Όμως, επιμένω: δεν υπάρχουν διαφορετικά είδη αγάπης.
Σε τελική ανάλυση, η αγάπη είναι πάντοτε η ίδια. Καλώς ή κακώς, ο τρόπος μου ν’ αγαπώ είναι πάντοτε μοναδικός και ιδιαίτερος.
Αν ξέρω ν’ αγαπώ τους άλλους ελεύθερα και δημιουργικά, αγαπώ δημιουργικά κι ελεύθερα ολόκληρο τον κόσμο. Αν ζηλεύω τους φίλους μου, ζηλεύω και τη γυναίκα μου και το παιδί μου. Αν είμαι κτητικός, είμαι κτητικός σε όλες μου τις σχέσεις, κι όσο πιο κοντά σε κάποιον αισθάνομαι, τόσο πιο κτητικός γίνομαι. Αν αγαπώ ασφυκτικά, όσο πιο πολύ αγαπώ κάποιον, τόσο πιο πολύ τον πνίγω… και τόσο περισσότερο τον καταπιέζω αν είμαι καταπιεστικός. Αν έχω μάθει ν’ αγαπώ με λάθος τρόπο, όσο περισσότερο αγαπώ, τόσο περισσότερο κακό θα κάνω. Κι αν έχω μάθει ν’ αγαπώ σωστά, όσο περισσότερο αγαπώ, τόσο καλύτερα και πιο σωστά θα το κάνω.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι «Ο Δρόμος της Συνάντησης» Εκδόσεις OPERA
Read more: http://enallaktikidrasi.com/2015/03/jorge-bucay-uparxoun-pragmatika-polla-eidh-agapis/#ixzz3TdI69j7L